Ο Διαβήτης Κύησης (ΔΚ) είναι μια μορφή διαβήτη που παρουσιάζεται κατά τη διάρκεια της
εγκυμοσύνης, συνήθως στο δεύτερο τρίμηνο.
Η γλυκόζη στο σώμα προέρχεται από τα τρόφιμα που καταναλώνουμε . Το πάγκρεας παράγει την
ορμόνη ινσουλίνη που φυσιολογικά οδηγεί τη γλυκόζη μέσα στα κύτταρα του σώματος . Κατά τη
διάρκεια της εγκυμοσύνης , ο πλακούντας παράγει μια σειρά ορμονών που βοηθούν στην ανάπτυξη του
εμβρύου. Ταυτόχρονα όμως οι ορμόνες αυτές αυξάνουν περαιτέρω τα επίπεδα σακχάρου του αίματος
για να ικανοποιηθούν οι ανάγκες ανάπτυξης του εμβρύου. Εάν ο οργανισμός της εγκύου δεν καταφέρει
να αυξήσει παράλληλα την ινσουλίνη για να οδηγήσει το επιπλέον σάκχαρο του αίματος στα κύτταρα ,
αυτό παραμένει στο αίμα και κατευθύνεται στο έμβρυο .
Οι περισσότερες γυναίκες που παρουσιάζουν ΔΚ δεν έχουν συμπτώματα. Υπάρχουν γυναίκες που
είναι σε αυξημένο κίνδυνο για εμφάνιση ΔΚ. Κάποιοι παράγοντες κινδύνου πρέπει πάντοτε να
αξιολογούνται ήδη από την πρώτη επίσκεψη και εγκαίρως να λαμβάνονται μέτρα . Αυτοί είναι το
αυξημένο σωματικό βάρος με ΒΜΙ > 25kgr/m , σάκχαρο νηστείας ≥ 100 mgr/dl , γλυκοζυλιωμένη
αιμοσφαιρίνη ≥ 5,7% , συγγενής πρώτου βαθμού με διαβήτη, ιστορικό ανεξήγητων αποβολών,
σύνδρομο πολυκυστικών ωοθηκών, καθιστική ζωή, ηλικία μεγαλύτερη από 25 ετών, υπέρταση,
μεταβολικό σύνδρομο , πολύδυμη κύηση. Εάν οι παράγοντες αυτοί είναι φυσιολογικοί , τότε η γυναίκα
επανελέγχεται με καμπύλη σακχάρου στην 24-28 εβδομάδα.
Όταν το έμβρυο λαμβάνει υπερβολική ποσότητα γλυκόζης , κινδυνεύει να πάρει πολύ βάρος και
να εμφανίσει μακροσωμία. Το έμβρυο μπορεί να αντιμετωπίσει υψηλότερο κίνδυνο για αναπνευστικά
προβλήματα , ίκτερο , υπογλυκαιμία, τραυματισμό κατά τη διάρκεια του τοκετού .Αργότερα στη ζωή του
το παιδί μπορεί να αντιμετωπίσει υψηλότερο κίνδυνο για παχυσαρκία , διαβήτη και μαθησιακές
δυσκολίες.
Ο ΔΚ μπορεί να οδηγήσει τη μητέρα σε κίνδυνο για υπέρταση, προεκλαμψία, πρόωρο τοκετό,
καισαρική τομή και εμφάνιση διαβήτη μετά τον τοκετό.
Η αντιμετώπιση του ΔΚ περιλαμβάνει πρωταρχικά την προσεκτική ρύθμιση του ημερήσιου
διαιτολογίου της εγκύου, ώστε να επιτυγχάνεται η ρύθμιση του σακχάρου, αλλά ταυτόχρονα να
διασφαλίζεται η σωστή ανάπτυξη του εμβρύου. Είναι αναγκαίες οι καθημερινές μετρήσεις σακχάρου
και η στενή συνεργασία με τον θεράποντα . Στις περισσότερες περιπτώσεις η ισορροπημένη διατροφή
και η άσκηση μπορούν να ρυθμίσουν ικανοποιητικά το σάκχαρο στην έγκυο. Σε διαφορετική περίπτωση
προχωράμε σε φαρμακευτική αντιμετώπιση που είναι η χρήση ινσουλίνης. Η ινσουλίνη συνήθως
διακόπτεται μετά τον τοκετό και η γυναίκα να πρέπει σε 6-12 εβδομάδες μετά τον τοκετό να ελεγχθεί
εκ νέου με καμπύλη σακχάρου .